Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2008

ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΣ

Ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος, του οποίου την ιερά μνήμη τελεί η αγία μας Εκκλησία σε λίγες ημέρες, στις 23 Οκτωβρίου, είναι παράδειγμα για όλους μας, κληρικούς και λαϊκούς. Είναι παράδειγμα ενότητας και θυσίας. Γιατί, όπως βλέπουμε στο βίο του, έζησε και έδρασε στα Ιεροσόμυμα. Και ήταν ο πρώτος επίσκοπος στα Ιεροσόλυμα. Πως όμως μπορεί να είχε αδέλφια ο Χριστός; Και κατά συνέπεια πως ο άγιος Ιάκωβος ήταν αδελφός του Κυρίου; Εμείς ξέρουμε ότι ο Χριστός δεν είχε αδελφούς κατά σάρκα. Σύμφωνα όμως με το Μωσαϊκό δίκαιο γίνεται. Έτσι ο Ιάκωβος, ως παιδί του Ιωσήφ, του προστάτου της Παναγίας από άλλο γάμο που είχε συνάψει πριν πάρει υπό την προστασία του την Παναγία, θεωρείται ως ετεροθαλής αδελφός του Κυρίου. Δεν ήταν επομένως εξ αίματος αδελφός. αλλά εξ αγχιστείας.

Αλλά εκτός αυτού ονομάζεται Αδελφόθεος για τους εξής λόγους: “Πρώτον, για την θαυμαστή πολιτεία του και τις πολλές αρετές του, εξ αιτίας των οποίων ονομαζόταν από όλους δίκαιος. Δεύτερον, επειδή δεν ήταν συγκαταριθμημένος στον χορό των δώδεκα Αποστόλων και δεν είχε το προνόμιο να ονομάζεται Απόστολος, του δόθηκε το προνόμιο να ονομάζεται Αδελφόθεος και τρίτον, επειδή έκανε τον Χριστό συγκληρονόμο στο μερίδιο της πατρικής περιουσίας, ενώ οι άλλοι τρεις αδελφοί του αρνήθηκαν να πράξουν το ίδιο”. (Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, Επτά Καθολικαί Επιστολαί, σελ. 2). Ετιμάτο περισσότερο από όλα τα αδέλφια του και αυτό φαίνεται και από τα όσα λέγει ο ιερός Χρυσόστομος για τους συγγενείς του Χριστού κατά σάρκα. Ότι, δηλαδή, ονομάζονταν από όλους τους πιστούς Δεσπόσυνοι, αλλά ο άγιος Ιάκωβος “εθεωρείτο ο πρώτος των Δεσποσύνων απάντων”. (ένθ’ ανωτ., σελ. 2). Ετιμάτο, επίσης, από όλους τους Αποστόλους και η γνώμη του ελαμβάνετο σοβαρά υπ’όψιν, όπως μαρτυρούν και οι “Πράξεις των Αποστόλων”.

Και ο άγιος Ιάκωβος ήθελε να μοιάσει στο Χριστό. Είχε ως παράδειγμα θυσίας και αγάπης τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Τούτο φάνηκε πολύ καλύτερα όταν εξελέγη από την Εκκλησία να γίνει αρχιερέας. Όταν έγινε ο πρώτος επίσκοπος της αγίας πόλεως των Ιεροσολύμων ανέδειξε όλα τα μεγάλα χαρίσματά του. Άλλωστε η Εκκλησία δεν τον εξέλεξε τυχαία. Είχε το σκοπό της. Στο πρόσωπο του αγίου Ιακώβου έβλεπε ένα δίκαιο άνθρωπο. Έναν Ιεράρχη που αγαπούσε την ενότητα της Εκκλησίας. Γι’ αυτό στη πρώτη Αποστολική Σύνοδο ο απόστολος Παύλος δεν ήθελε να είναι αυτός πρόεδρός της, αλλά ο Ιάκωβος. Ο Ιάκωβος ήταν στα μάτια των αποστόλων και όλης της Εκκλησίας άγιος. Και η αγιότητα του Ιακώβου φάνηκε από τη πληρότητα των χαρισμάτων που τον στόλιζαν. Ήταν πιστός, ταπεινός, άνθρωπος αγάπης. Και στο πρόβλημα της πρώτης Αποστολικής Συνόδου, όπου υπήρχε το πρόβλημα των προσηλίτων από τον εθνισμό στην Εκκλησία, ο άγιος έδωσε μαζί με τους υπολοίπους Αποστόλους τη σωστή λύση. Οι Ιουδαίοι πριν βαπτιστούν έπρεπε να υποστούν περιτομή. Γι’ αυτό ήθελαν και τους ειδωλολάτρες να περιτέμνονται. Σ’ αυτό όμως ο άγιος Ιάκωβος είχε άλλη θέση. Οι ειδωλολάτρες που προσέρχονται στην Εκκλησία, έλεγε, δεν ήταν ανάγκη να υποστούν περιτομή γιατί το βάπτισμα είναι υπεραρκετό. Αρκεί βεβαίως να απέχουν από μοιχεία και από ειδωλόθυτα. Αυτά έλεγε ο άγιος Ιάκωβος. Κι έτσι δέχτηκε στην αγκάλη της Εκκλησίας και τους Έλληνες. Με αποτέλεσμα η Εκκλησία να απλωθεί και να γίνει Οικουμενική και πανανθρώπινη. Ο Χριστός, άλλωστε, δεν ήλθε μόνο για ένα λαό-τους Ιουδαίους για παράδειγμα- αλλά για όλο τον κόσμο.

Την μοναδική Επιστολή που συνέγραψε, την απευθύνει όχι προς τους πιστούς μίας συγκεκριμένης τοπικής Εκκλησίας, αλλά προς όλους καθολικώς τους πιστούς, προς όλους τους Ιουδαίους, που πίστευσαν στον Χριστό και ήσαν διεσπαρμένοι σε όλα τα μέρη του κόσμου, και γι’ αυτό ονομάζεται καθολική Επιστολή. “Στην επιστολή αυτή διδάσκει, πρώτον, την διαφορά που έχουν οι πειρασμοί. Ποιος πειρασμός γίνεται στον άνθρωπο κατά παραχώρηση του Θεού και ποιος προξενείται από την επιθυμία του ανθρώπου. Δεύτερον, ότι οι Χριστιανοί πρέπει να δείχνουν την πίστη τους όχι μόνον με λόγια αλλά κυρίως με έργα. Τρίτον, παραγγέλλει να μη προτιμώνται στην Εκκλησία οι πλούσιοι περισσότερον από τους πτωχούς, αλλά μάλλον να επιπλήττονται οι πλούσιοι ως υπερήφανοι. Τέταρτον δε και τελευταίο, αφού παρηγορεί ο Άγιος εκείνους που αδικούνται και τους παρακινεί να μακροθυμούν και να υπομένουν μέχρι την Δευτέρα παρουσία του Χριστού, δείχνοντάς τους με το παράδειγμα του Ιώβ το πόσον χρήσιμη είναι η υπομονή, παραγγέλλει στους ασθενείς να προσκαλούν τους ιερείς να τους χρίουν με έλαιο. Και όλοι οι πιστοί να προσπαθούν να επαναφέρουν στο δρόμο της αλήθειας αυτούς που έχουν πλανηθεί από αυτή, επειδή σε αυτούς δίδεται μισθός από τον Κύριο, η άφεση των αμαρτιών τους”. (Αγίου Νικοδήμου, ένθ’ ανωτ., σελ. 2).

Η επιστολή του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου είναι ένα καταπληκτικό κείμενο, το οποίο προξενεί στην ψυχή αληθινή παρηγοριά, ανεκλάλητη χαρά και αποδιώχνει κάθε είδους απελπισία. Ρυθμίζει κατά τον καλύτερο τρόπο τις διαπροσωπικές σχέσεις. Τονίζει, ότι δεν πρέπει να χωρίζονται οι άνθρωποι σε ομάδες, ανάλογα με τα χρήματα και τα αξιώματα που διαθέτουν, αλλά θα πρέπει να επιδεικνύεται προς όλους ο ίδιος σεβασμός, επειδή είναι εικόνες του Χριστού. Υποδεικνύει την οδό της καθάρσεως, της θεραπείας της ψυχής από τα πάθη, για να φωτισθή ο νους και να αποκτήσει ο άνθρωπος προσωπική γνώση του Θεού. Αλλά δεν παραλείπει να τονίσει και την αξία της παρουσίας του Ιερέως - Θεραπευτού - καθώς και την χρησιμοποίηση υλικών στοιχείων, όπως το λάδι, το οποίο αγιάζεται και δι’ αυτού ενεργεί η άκτιστη Χάρη του Θεού.Επίσης, κάνει λόγο για την ανθρώπινη σοφία και την αντιπαραβάλλει με την σοφία την “άνωθεν κατερχομένην”, την οποία ονομάζει αγνή, ειρηνική, επιεική, ευπειθή, γεμάτη ευσπλαχνία και αγαθούς καρπούς, αμερόληπτη και ειλικρινή, επειδή είναι απαλλαγμένη από τα πάθη, τα οποία προκαλούν έριδες, μαλώματα, ακαταστασία “και παν φαύλον πράγμα”. Υπάρχουν σοφοί κατά Θεόν και σοφοί κατά κόσμον, αλλά υπάρχουν και εκείνοι που κατέχουν και τις δύο σοφίες. Άλλωστε, η ανθρώπινη σοφία πλουτίζει την διάνοια, ενώ η σοφία του Θεού η ενυπόστατος, που είναι ο ίδιος ο Χριστός, πλουτίζει την καρδιά με την άκτιστη θεία Χάρη και της χαρίζει όλα εκείνα τα αγαθά που αποζητά ο άνθρωπος και τα απαριθμεί ο Απόστολος Παύλος, δηλαδή αγάπη, χαρά, ειρήνη. Με την λογική κατανοεί ο άνθρωπος το γράμμα των όσων ακούει ή αναγινώσκει, ενώ με τον φωτισμένο νου έχει την δυνατότητα να εισδύη στο βάθος των λεγομένων και αναγινωσκομένων και έτσι μπορεί να κατανοεί το πνεύμα και το βαθύτερο νόημά τους και να τα ερμηνεύει σωστά.

Με το όνομα του αγίου αποστόλου Ιακώβου του αδελφοθέου όμως σώθηκε μέχρι και τις ημέρες μας η λειτουργία την οποία έχουμε την ιδιαίτερη ευλογία χάρη στην ποιμαντική πρωτοβουλία του Επισκόπου μας και η οποία ανήκει στο δυτικό συριακό η αντιοχειανό λειτουργικό τύπο. Η απόδοση της στον άγιο Ιάκωβο και οι εσωτερικές ενδείξεις μαρτυρούν ότι πρόκειται για λειτουργία η οποία διαμορφώθηκε στην αγία Πόλη και εκπροσωπεί την λειτουργική παράδοση της περιοχής. Από τα Ιεροσόλυμα διαδόθηκε στα μέρη της Παλαιστίνης, την Συρία, την Αραβία, το Σινά, την Αρμενία, την Αίγυπτο, την Αιθιοπία, την Ελλάδα, την Νότιο Ιταλία και τις Σλαβικές χώρες. Η μεγάλη διάδοση της οφείλεται πρώτον στην μεγάλη ακτινοβολία της Μητρός των Εκκλησιών και δεύτερον στο κύρος του αποστολικού ονόματος το οποίο έφερε. Για αυτούς ακριβώς τους λόγους η λειτουργία αυτή επέδρασε στη διαμόρφωση των κατά τόπους λειτουργιών, αλλά και δέχθηκε επιδράσεις από αυτές τις λειτουργίες, όπως για παράδειγμα από το βυζαντινό λειτουργικό τύπο, από τον οποίο τελικά υποκαταστάθηκε.

Ο πυρήνας της λειτουργίας του αγίου Ιακώβου, όπως και όλων των λειτουργιών, είναι αναμφίβολα αποστολικός, αλλά η μορφή αυτή δεν είναι δυνατόν να είναι παλαιότερη του 4ου αιώνος. Στοιχεία παλαιότητας μπορούν να θεωρηθούν κάποιες αιτήσεις οι οποίες αναφέρονται στα παθήματα των χριστιανών κατά την περίοδο των διωγμών, τις εξορίες, τις φυλακές και την καταναγκαστική εργασία στα μεταλλεία. Η όλη δομή της λειτουργίας αυτής μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως δεν μπορεί να έχει γραφτεί πριν τον 4ο αιώνα, κι αφού φυσικά λάβουμε υπόψη μας την μετά τους διωγμούς λειτουργική εξέλιξη, το ρητορικό και επιμελημένο ύφος των ευχών, η δογματική διδασκαλία που υπάρχει σε αυτές, που απηχεί την δογματική διατύπωση των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων, η μνεία της βασιλίδος των πόλεων, των ευσεβών βασιλέων, των αφικνουμένων στους αγίους τόπους προσκυνητών, η ύπαρξη της τάξεως των κατηχουμένων.

Ο άγιος Ιάκωβος, όμως, δεν δίδαξε στο ποίμνιό του την αγάπη μόνο εν ζωή, αλλά κι όταν μαρτυρούσε, όταν ομολογούσε μαρτυρικά το όνομα του Χριστού. Αρχικά οι Ιουδαίοι, βλέποντας τον Ιάκωβο ως άνδρα δίκαιο, είχαν την εσφαλμένη εντύπωση ότι δεν πιστεύει στον Ιησού Χριστό και του ζήτησαν να ανεβεί στο πτερύγιο του Ναού του Σολομώντος και να ζητήσει από τους χριστιανούς να πάψουν να πιστεύουν στο Χριστό. Κι αυτό το έκαναν οι Ιουδαίοι γιατί το κήρυγμα των Αποστόλων είχε μεγαλώσει την Εκκλησία του Χριστού. Έλεγαν οι φαρισαίοι ότι ήταν τότε η ευκαιρία να βάλουν τον Ιάκωβο να μιλήσει. Ο Ιάκωβος μίλησε. Αλλά τι είπε; Μίλησε και ομολόγησε ότι ο Χριστός είναι ο αληθινός Θεός στον οποίο πρέπει να γονατίσουν και να πιστέψουν όλοι οι άνθρωποι της γης. Έτσι οι τυφλοί ψυχικά φαρισαίοι, μη μπορώντας να καταλάβουν αυτά που έλεγε ο Ιάκωβος, τον κατακρήμνισαν από τη στέγη του ναού θέλοντας να τον σκοτώσουν. Αλλά η ψυχή του αγίου δεν φτερούγισε αμέσως στους ουρανούς. Γι’ αυτό άρχισαν να τον λιθοβολούν, όπως τον άγιο Στέφανο. Και την ώρα που τον λιθοβολούσαν, ο άγιος απέδειξε την μεγάλη του αγάπη και ανεξικακία. Όπως ο άγιος Στέφανος όταν τον λιθοβολούσαν προσευχόταν υπέρ αυτών που λιθοβολούσαν, έτσι κι αυτός προσευχόταν για τους δημίους του να τους φωτίσει ο Θεός να μετανοήσουν. «Κύριε, έλεγε, δεν ξέρουν τι κάνουν, συγχώρεσέ τους». Όπως ο Χριστός πάνω από το σταυρό συγχωρούσε τους σταυρωτάς Του, έτσι και ο άγιος Ιάκωβος συγχωρούσε αυτούς που τον βασάνιζαν και τον σκότωναν. Αλλά η αγάπη του δεν συγκίνησε καθόλου τους φανατικούς Ιουδαίους. Έτσι ένας απ’ αυτούς έλαβε ένα ρόπαλο και του έδωσε το τελειωτικό κτύπημα. Και πέθανε ο άγιος Ιάκωβος; Όχι. Γιατί η ψυχή του μετέβη δίπλα στο Χριστό. Και είναι πρότυπο όλων μας, κληρικών και λαϊκών. Περισσότερο μάλιστα ημών των κληρικών αφού ο άγιος ήταν επίσκοπος. Ο άγιος Ιάκωβος ήταν καλός ποιμήν. «Ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων», λέει ο Χριστός. Κι αυτός θυσίασε τη ζωή του για χάρη του ποιμνίου του.

Γι’ αυτό Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα να εύχεσθε στην αρχιερατική σας προσευχή να μιμηθούμε το παράδειγμά του αγίου Ιακώβου. Κι όσοι είμαστε στον Κλήρο να αποφασίσουμε ακόμα και τη ζωή μας να θυσιάσουμε χάριν του ποιμνίου μας. Γιατί μόνο τότε θα έχουμε πετύχει τον πραγματικό σκοπό της ιερατικής μας ζωής ως ποιμένες λογικών προβάτων και όχι ως μισθωτοί ενός άψυχου κρατικού φορέα. ΑΜΗΝ!
(Κήρυγμα στον Ιερό Ναό Αγίου Ελευθερίου Ελευθερουπόλεως κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας του Αγίου Ιακώβου του Αδελφόθεου)

Δεν υπάρχουν σχόλια: