Σάββατο 28 Ιουνίου 2008

ΛΟΓΟΣ ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΟΣ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΠΑΥΛΟ



Με δέος στέκομαι Σεβασμιώτατε Πάτερ και Δέσποτα, σεβαστοί Πατέρες, αγαπητοί εν Χριστώ αδερφοί, ενώπιον σας, καλούμενος σήμερα σε αυτή την πανηγυρική σύναξη της Εκκλησίας μας, όπου με λαμπρότητα περισσή εορτάζουμε τη μνήμη των πρωτοκορυφαίων αποστόλων, Πέτρου και Παύλου, τους δύο υπέρλαμπρους φωστήρες της Εκκλησίας, οι οποίοι διωρίσθησαν από τον Ύψιστο Θεό για να φεγγοβολούν με τις ηλιοστάλακτες λάμψεις τους , μέρα και νύχτα, όλο το της Εκκλησίας στερέωμα.

Μέγιστοι και οι δύο. Όμως για τον ευλογημένο τούτο τόπο της Ελευθερουπόλεως μέγιστη ευλογία, τιμή, και συγκίνηση η παράδοση που θέλει τον κήρυκα των εθνών Παύλο να περνάει και να στέκεται εδώ όπου εμείς σήμερα, Κλήρος και λαός συνηγμένοι μνείαν ποιούμε της μεγάλης αυτής τιμής για την τοπική μας Εκκλησία. Ρίγη συγκινήσεως διαπερνούν το σώμα μας, με την ιδέα και μόνο πως στεκόμαστε στο ίδιο σημείο που σχεδόν πριν 2000 χρόνια στάθηκε για να ξαποστάσει και να δροσίστεί ο εργάτης του ευαγγελίου Παύλος, διερχόμενος από την Νεάπολη προς τους Φιλίππους.

Σε αυτό εδώ το σημείο, κάτω από την φυλλωσιά τούτων των δένδρων, ακούγοντας το κελάρισμα του νερού και οραματιζόμενος για μια ακόμη φορά τη νέα ιεραποστολική πρόσκληση μα και συνάμα πρόκληση που ο Κύριος του είχε εμπιστευτεί, ο Παύλος θυμάται τη φωνή του νεαρού Μακεδόνα, λίγο καιρό πριν, κι ενώ ακόμη βρισκόταν στην Τρωάδα, να τον παρακαλεί να έρθει στον τόπο μας, τη Μακεδονία: «διαβάς εἰς Μακεδονίαν βοήθησον ἡμῖν» (Πραξ. 16,9). Και είναι έτοιμος για ακόμη μια φορά ο μέγας Παύλος για το νέο εγχείρημα, για την νέα ιεραποστολική περιοδεία, η οποία θα αλλάξει την πορεία της ανθρωπότητας. Από εδώ αρχίζει το μεγάλο θαύμα της εξάπλωσης του χριστιανισμού στην Ελλάδα και στη συνέχεια σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Ο τότε γνωστός κόσμος, κουρασμένος από τη λατρεία θεών που δεν απαντούν στις βαθύτερες υπαρξιακές αγωνίες του, βλέπει τον αλατόμητο λόγο του Παύλου ως μάννα εξ ουρανού που ήρθε να χορτάσει την πνευματική τους πείνα. Ακούνε για πρώτη φορά για τον Ιησού του Σταυρού και της Ανάστασης, τον Ιησού της αγάπης και της καταλαγής. Δεν καταλαβαίνουν τα πάντα, όμως αφήνουν τις καρδιές τους ανοιχτές στον σπόρο που σπέρνει ο Παύλος, κι έτσι δημιουργούνται νέες Εκκλησίες οι οποίες θα αλλάξουν την ίδια τη ροή της Ιστορίας.

Μιλάει στις καρδιές των πονεμένων και κουρασμένων ο Παύλος. Ο λόγος του βάλσαμο για τις πληγές της ψυχής μα και του σώματος. Στέκεται τολμηρός ρήτορας απέναντι στον φιλοσοφικό στοχασμό της αρχαίας Ελλάδας και μπολιάζει το νέο πνεύμα , το πνεύμα του Θεού, που μεταμορφώνει τον ανθρώπινο λόγο σε λόγο σωτήριο, που δανείζεται τα ανθρώπινα φραστικά σχήματα και τη θύραθεν γνώση και παιδεία, για να αποδώσει τα μεγαλεία του Θεού. Επιβεβαιώνει αυτό που αιώνες αργότερα θα πει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος : «Θεόν νοήσαι μέν χαλεπόν, φράσαι δέ ἀδύνατον» (περί Θεολογίας 4,1).

Ποιος αλήθεια από τους ποιμένες της Εκκλησίας δεν νιώθει να καθοδηγούνται τα βήματα του και η ποιμαντική του μέριμνα από την αγάπη και το ενδιαφέρον που δείχνει ο Παύλος για τις Εκκλησίες που ιδρύει. Οι επιστολές του προς τις τοπικές Εκκλησίες, καρπός αυτής της αγωνίας και ευθύνης για τα πνευματικά του παιδιά, γίνονται σημεία αναφοράς και λίθοι ακρογωνιαίοι πάνω στους οποίους θα στηριχτούν οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι των Ορθοδόξων, για να μορφοποιήσουν την διδασκαλία της Πίστεως μας, μέσα από τα δόγματα και τους κανόνες των Οικουμενικών Συνόδων.

Κάθε επιστολή του και μια νέα πτυχή της διδασκαλίας του Κυρίου. Μια έμπρακτη απόδειξη πως ο Λόγος του Χριστού δεν είναι μόνο θεωρητικός, αλλά γίνεται πράξη και βίωμα από τον ίδιο τον Παύλο. Και αλήθεια, πόσο επίκαιρος γίνεται για όλους εμάς σήμερα, όταν γράφει προς τους κατοίκους των γειτονικών μας Φιλίππων, δηλαδή τους Φιλιππησίους, λέγοντας τους πως: «…ἐγώ γὰρ ἒμαθον ἐν οἷς εἰμι αὐτάρκης εἷναι. Οἶδα και ταπεινοῦσθαι, οἶδα και περισσεύειν ἐν παντί καὶ ἐν πάσι μεμύημαι καὶ χορτάζεσθαι καὶ πεινᾶν, καὶ περισσεύειν καὶ ὑστερεῖσθαι. Πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμουντί μέ Χριστῷ» (Φιλιπ. 4, 11-13) που σημαίνει : «Εγώ έμαθα να αρκούμαι σε όσα έχω. Μπορώ να ζήσω και με στερήσεις και με αφθονία. Έχω μάθει να αντιμετωπίζω κάθε φορά οποιαδήποτε κατάσταση: και να είμαι χορτάτος και να πεινώ. Και να έχω περίσσευμα και να στερούμαι. Όλα τα μπορώ χάρη στο Χριστό που με δυναμώνει».

Πόσο αυτάρκης αλήθεια δείχνει να είναι σε αυτές τις γραμμές ο Παύλος. Είναι αυτάρκης σε όλες τις καταστάσεις της ζωής του. Είναι αυτάρκης στο «ταπεινοῦσθαι» αλλά και στο «περισσεύειν». Ο ίδιος ο Χριστός για να τονίσει στους μαθητές του την ανάγκη της πνευματικής αυτάρκειας και την αποφυγή υλικής μέριμνας αναφέρει τους θαυμάσιους παραληλισμούς των πουλιών, των λουλουδιών και του χόρτου του αγρού.
Από αυτή τη βάση ξεκινώντας και ο Παύλος και με την εμπειρία της λυτρώσεως μας δίνει μια χριστοκεντρική ερμηνεία της αυτάρκειας. Οι Πατέρες αναφέρονται με ιδιαίτερη έμφαση στο πρόβλημα της αυτάρκειας στον Παύλο. Ο Χρυσόστομος θεωρεί την αυτάρκεια μάθηση που αποκτάται με τη διδασκαλία , τη γύμναση και τη μελέτη. Δεν είναι φυσικά εύκολο κατόρθωμα, αλλά κάτι πολύ δύσκολο, που προκαλεί μεγάλο πόνο.

Στον αντίλογο ότι περί της αυτάρκειας δεν μιλά για πρώτη φορά στον ελληνικό χώρο ο Παύλος, αλλά μίλησαν πρώτοι οι λεγόμενοι «Στωϊκοί» φιλόσοφοι, η απάντηση είναι πως εκείνοι μεν μιλούν για την αυτάρκεια ως καρπό των ιδικών τους δυνάμεων και προσπαθειών, ενώ στον Παύλο η αυτάρκεια είναι αποτέλεσμα της δύναμης που παίρνει από τον ίδιο το Χριστό Ατομικό ανθρωποκεντρισμό στους φιλοσόφους της Στοάς, κοινωνικό χριστοκεντρισμό στον Παύλο.

Κι αναρωτιέται κανείς τι είναι άραγε εκείνο που κάνει και σήμερα κάποιους ανθρώπους να θέλουν να αναβιώσουν όλα εκείνα τα φιλοσοφικά μα και λατρευτικά σχήματα της αρχαιότητας , τα οποία από μόνα τους δεν άντεξαν στην σύγκριση με την διδασκαλία του Χριστού και των συνεχιστών Του Αποστόλων και Πατέρων της Εκκλησίας. Κανένας από εμάς δεν υποτιμά τους μεγάλους έλληνες φιλοσόφους, όπως τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Είναι καύχημα μας που μεγαλούργησαν δια το λόγου και του στοχασμού στο χώμα τούτο το ελληνικό, όμως κανένας από αυτούς όσο σπουδαίος, όσο μεγάλος κι αν υπήρξε, δεν μπόρεσε και δεν θα μπορέσει ποτέ να απαντήσει στα σύγχρονα ερωτήματα των ανθρώπων, να εξαγάγει από αδιέξοδα και απελπισίες, να λυτρώσει από διλήμματα, από τρικυμίες και ζάλες της ζωής τον κάθε άνθρωπο. Αυτό το καταφέρνει μόνο η Πίστη στο Χριστό.

Αυτόν το Χριστό που ο Θείος Παύλος τόσο αγάπησε και για Τον οποίο πέρασε κακουχίες και εξευτελισμούς, προκειμένου να μεταδώσει στους εγγύς και στους μακράν το μήνυμα της Αναστάσεως. Οι αποστάσεις και ο κόπος δεν στάθηκαν ούτε για μια στιγμή εμπόδιο στην οικουμενική αποστολή του Παύλου. «Πορεύου, ὃτι ἐγώ εἰς ἒθνη μακράν ἐξαποστελῶ σε» (Πρξ. 22,21) είναι η εντολή του Κυρίου που καλεί τον διώκτη να γίνει ο μέγας των εθνών κήρυκας. Το πνεύμα αυτής της οικουμενικής αποστολής του Παύλου, αποτελεί τη βάση και το θεμέλιο για τον οικουμενικό χαρακτήρα της ίδιας της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο ως τα έσχατα. Έχει δηλαδή μια δυναμική που αναγκάζει μια ζώσα Εκκλησία να διαλέγεται με τη σύγχρονη Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο, όσο και με το σύγχρονο άνθρωπο της καθημερινής ειδωλολατρείας, της φθοράς και του θανάτου, γιατί αυτό αποτελεί επιταγή της οικουμενικής αποστολής του Παύλου αλλά και της αποστολής της Αγίας μας Εκκλησίας. ΑΜΗΝ

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

ΣΑΣ ΕΥΧΟΜΑΙ ΠΑΤΕΡΑ ΙΟΥΣΤΙΝΕ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΝΑ ΕΙΣΤΕ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΟΜΙΛΙΑ ΘΑ ΚΑΝΕΙ ΣΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ. ΤΟ ΑΞΙΖΕΤΕ ΜΕ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΩ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΣΑΣ.