Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

Ημερολόγιο Χριστουγέννων vol. 2


Χριστούγεννα 1997. Νέα Ιωνία του Βόλου. Ενορία Απ. Πέτρου και Παύλου. Από τον Απρίλιο εφημέριος και Ιερατικώς Προϊστάμενος του ναού. Ενορία μικρή και σχετικά φτωχή. Το ποσοστό ανεργίας στα ύψη και οι προοπτικές κάποιας αλλαγής ελάχιστες. Είναι η εποχή που μια από τις μεγαλύτερες εταιρίες κλείνει με αποτέλεσμα ολόκληρες οικογένειες να μένουν στο δρόμο. Λίγο πριν τη χειροτονία μου και το διορισμό μου ο τότε Μητροπολίτης Δημητιάδος Χριστόδουλος με κάλεσε για να μου ανακοινώσει την απόφαση του για την πρώτη μου ενορία. “Θέλω να ξέρεις πως θα πας σε κόσμο φτωχό και με πολλές ανάγκες” μου είπε κοιτάζοντας με στα μάτια. “Μα για τους φτωχούς δεν γινόμαστε παπάδες;” είπα και μέσα μου ήδη είχε αρχίσει να φτιάχνεται το πρώτο αχνό σκίτσο από τη δική μου πρώτη “Ζωγραφιά του Παραδείσου”.

Από πάντα ήθελα να γίνω παπάς. Μόνο αυτό. Από μικρό παιδί ένιωθα πως μόνο εκεί θα είμαι ευτυχισμένος. Και πράγματι σε εκείνη την ενορία της Νέας Ιωνίας ήμουν ο πιο ευτυχχισμένος και ο πιο πλούσιος παπάς του κόσμου. Και ήμουν μόνο 27 χρονών. Κάθε σπίτι ήταν σπίτι μου. Κάθε οικογένεια ήταν οικογένεια μου. Όλα κοινά. Και οι χαρές και οι λύπες. Βέβαια όσο πιο νέος τόσο πιο ανυπόμονος. Κι εγώ ήθελα να φτιάξω τη ζωγραφιά μου γρήγορα. Θυμάμαι τους επιτρόπους μου καθώς και τις συνεργάτιδες μου που έτρεχαν από το πρωί μέχρι το βράδυ για όλες εκείνες τις δουλειές που είχαμε ξεκινήσει. Ας είναι καλά όλοι τους!

Τα πρώτα μου Χριστούγεννα στην πρώτη μου ενορία. Η καμπάνα θα χτυπούσε στις 5. Εγώ ακόμη χωρίς δικό μου αυτοκίνητο κάλεσα ταξί για να με πάει από το κέντρο του Βόλου στην εκκλησιά μου. Ο οδηγός άκουγε χριστουγεννιάτικους ύμνους. Παντού ησυχία. Ακόμη θυμάμαι τη φωνή του Χατζημάρκου να ψάλλει τις καταβασίες των Χριστουγέννων. “Ράον σιωπή”... Ο φόβος που οδηγεί στη σιωπή... “Παππούλη φτάσαμε. Καλή δύναμη” άκουσα τη φωνή του οδηγού που με ξαναέφερε στον πλανήτη γη. Ξεκινήσαμε τον όρθρο, φτάσαμε στη λειτουργία. Κάθε τόσο που έβγαινα στην ωραία πύλη για να ειρηνεύσω έβλεπα τα πρόσωπα των παιδιών που μου εμπιστεύτηκε η Εκκλησία και ο επίσκοπος μου. Ήταν όλοι εκεί. Και είχαν έρθει κι άλλοι. Φίλοι μου από την πόλη του Βόλου. Με το νου μου τους ονομάτηζα όλους. Το Γιώργο, την Πολυξένη, την Ελένη, τον Παντελή, τη Μαρία, το Δημήτρη. Στιγμές, στιγμές τα μάτια μου βούρκωναν και ήξερα πως την ίδια ακριβώς στιγμή βούρκωναν και τα δικά τους. Θεέ μου ήμουν τόσο ευτυχισμένος...

Και ήρθε η ώρα του κηρύγματος. Είχα από την προηγούμενη μέρα ετοιμάσει το σκελετό. Βγήκα και όλα delete. Σιωπή παντού. Μιλούσαν τα μάτια μας και τα πρόσωπα μας. Και τότε έκανα κάτι που δεν είχα ποτέ σκεφτεί. “Αν σήμερα ο Χριστός έψαχνε τόπο για να γεννηθεί θα διάλεγε την ενορία μας. Και ξέρετε γιατί; Γιατί ο Χριστός αγαπάει τους φτωχούς και τους ταπεινούς. Αυτούς που έχουν καρδιά καθαρή και γεμάτη πίστη και ελπίδα για το αύριο. Είναι μοναδική η στιγμή να φύγουμε σήμερα από εδώ κάνοντας το κορμί μας σπήλαιο και φάτνη. Σας καλώ όλους, μα όλους να έρθετε να μεταλάβετε Χριστό κι ας μην κάνατε όλα όσα ίσως έπρεπε. Εγώ ο αμαρτωλός παπάς σας παίρνω την ευθύνη όλη επάνω μου κι ας κρίνει εμένα ο Θεός”. Κι έτσι εκείνα τα Χριστούγεννα κοινώνησαν όλοι. “Το σώμα και το αίμα του Χριστού εις άφεσιν σου αμαρτών και εις ζωήν αιώνιον” έλεγα και ξανάλεγα δυνατά στο καθένα από τα παιδιά μου που έρχονταν για να μεταλάβουν την αιωνιότητα, τη ζωή, την ελπίδα, την απαντοχή στα χίλια μύρια καθημερινά προβλήματα τους. Όσο τους κοινωνούσα σκεφτόμουν πως τίποτα πολυτιμότερο δεν θα μπορούσα να δώσω σήμερα σε όλους ετούτους τους “κοπιώντες και πεφορτισμένους”.

Έτσι ήταν τα πρώτα μου Χριστούγεννα στην πρώτη μου ενορία. Η ιστορία έχει και συνέχεια. Δυο μέρες αργότερα σε μια από τις εκδηλώσεις της Μητροπόλεως με φώναξε κοντά του ο Μητροπολίτης. “Ήρθε χθες ένα ανώνυμο γράμμα. Γράφει πως κάλεσες όλους να κοινωνήσουν χωρίς να έχουν προετοιμαστεί. Άκου παιδί μου. Εγώ ξέρω την καρδιά σου. Καμαρώνω. Αλλά ο κόσμος δεν είναι πάντα έτοιμος για κάτι τέτοιο. Πρέπει να έχουμε διάκριση ακόμη και στη μεγαλοψυχία. Σκέψου τώρα πόση δυστυχία κρύβει αυτός που ανήμερα τα Χριστούγεννα κάθησε να γράψει ένα ανώνυμο γράμμα για να κατηγορήσει έναν παπά που τί έκανε; Χάρισε Χριστό”.

Από τότε μέχρι σήμερα έχουν περάσει είκοσι χρόνια. Όπου κι αν έχω βρεθεί για να λειτουργήσω ετούτη τη μέρα το πρώτο πράγμα που έρχεται στο νου μου είναι εκείνα τα Χριστούγεννα στη εκκλησιά των Απ. Πέτρου και Παύλου της Νέας Ιωνίας.
Ράον σιωπή...”





Δεν υπάρχουν σχόλια: